τρίπτυχος

τρίπτυχος
-η, -ο
1. που διπλώνεται στα τρία, που έχει τρεις πτυχές.
2. το ουδ. ως ουσ., τρίπτυχο, το συγκρότημα τριών συνθέσεων εικονογραφίας ή ξυλογλυπτικής, που συνδέονται μεταξύ τους, ώστε οι δύο πλευρικές διπλώνονται στην κεντρική.
3. τρίκοχο καπέλο, τρικαντό.
4. διεθνές δίπλωμα για οδήγηση αυτοκινήτου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τρίπτυχος — consisting of three layers masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρίπτυχος — η, ο / τρίπτυχος, ον, ΝΜΑ αυτός που πτύσσεται, που διπλώνεται σε τρία μέρη νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το τρίπτυχο 1. συγκρότημα από τρεις ζωγραφικές ή ξυλογλυπτικές συνθέσεις που συνδέονται μεταξύ τους, έτσι ώστε οι δύο πλαϊνές να μπορούν να… …   Dictionary of Greek

  • τρίπτυχον — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem acc sg τρίπτυχος consisting of three layers neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριπτύχοις — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριπτύχου — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριπτύχους — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριπτύχων — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριπτύχῳ — τρίπτυχος consisting of three layers masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Triptychon — Byzantinisches Elfenbeintriptychon, 10. Jh. Das Triptychon (vom griechischen Adjektiv τρίπτυχος tríptychos‚ dreifach gefaltet, aus drei Lagen bestehend‘)[1] ist ein dreigeteiltes Gemälde oder eine dreigeteilte …   Deutsch Wikipedia

  • Триптих (значения) — Триптих(от греч. τρίπτυχος сложенный втрое): Произведение искусства из трёх картин, рисунков, рельефов, объединённых общей идеей или темой. Трёхстворчатый складень …   Википедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”